Τι λένε οι νευροεπιστήμες για τις κρίσεις πανικού: Ο ρόλος του εγκεφάλου
Οι κρίσεις πανικού δεν είναι απλώς μια συναισθηματική έξαρση. Σύμφωνα με τις τελευταίες νευροεπιστημονικές μελέτες, πρόκειται για μια βαθιά ριζωμένη νευροβιολογική αντίδραση, που εμπλέκει συγκεκριμένα δίκτυα του εγκεφάλου και μηχανισμούς άμεσης επιβίωσης.
Για χρόνια, οι επιστήμονες εστίαζαν στην αμυγδαλή ως το βασικό “κέντρο του φόβου”. Ωστόσο, πιο πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι κρίσιμο ρόλο παίζει και ο lateral parabrachial nucleus (PBN), ειδικά μέσω μιας ομάδας νευρώνων που παράγουν PACAP. Αυτοί οι νευρώνες φαίνεται να αλληλεπιδρούν άμεσα με την αμυγδαλή, ενεργοποιώντας ή αναστέλλοντας αντιδράσεις πανικού.
Ένα ακόμη κρίσιμο στοιχείο είναι η εσωτερική αντιληπτικότητα (interoception) — η ικανότητά μας να παρατηρούμε σωματικές αισθήσεις, όπως οι παλμοί της καρδιάς ή η αναπνοή. Άτομα που πάσχουν από κρίσεις πανικού συχνά έχουν υπερευαισθησία σε αυτά τα σήματα, με αποτέλεσμα να ενεργοποιούνται έντονα περιοχές όπως η insula και ο anterior cingulate cortex. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που ένα ανεξήγητο σφίξιμο στο στήθος μπορεί να προκαλέσει πλήρη κρίση.
Η ερευνήτρια Sarah Garfinkel εξηγεί: «Άνθρωποι που αντιλαμβάνονται εύκολα τον καρδιακό τους ρυθμό, έχουν αυξημένη ικανότητα να ρυθμίζουν τα αρνητικά συναισθήματα.»
“The amygdala actually directly inhibits those neurons. It’s more like a circuit than a single ‘panic center’.”
Salk Institute for Biological Studies
Πέρα από αυτά τα κυκλώματα, το γνωστό “fear network” του εγκεφάλου — που περιλαμβάνει την αμυγδαλή, τον ιππόκαμπο, την insula και τον προμετωπιαίο φλοιό — φαίνεται να είναι υπερδραστήριο στους ανθρώπους που βιώνουν επαναλαμβανόμενες κρίσεις. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να εμφανίζονται «λανθασμένα σήματα κινδύνου», ακόμη και χωρίς εξωτερική απειλή.
Μια ενδιαφέρουσα θεωρία προτείνει πως ο εγκέφαλος ενεργοποιεί έναν “ψευδή συναγερμό ασφυξίας”. Όταν ο οργανισμός αντιλαμβάνεται αύξηση CO₂ ή μεταβολές στο pH του αίματος, μπορεί να πιστέψει λανθασμένα ότι κινδυνεύει από πνιγμό, με αποτέλεσμα να ενεργοποιηθεί ο πανικός — ακόμα και σε απόλυτα ασφαλές περιβάλλον.
Επιπλέον, η χημεία του εγκεφάλου συμβάλλει σημαντικά: η μειωμένη δραστηριότητα του GABA, ενός ανασταλτικού νευροδιαβιβαστή, σε συνδυασμό με υπερέκκριση νοραδρεναλίνης από το locus coeruleus, οδηγεί σε υπερδιέγερση του νευρικού συστήματος. Το σώμα μπαίνει σε κατάσταση ετοιμότητας, χωρίς σαφή αιτία.
Αυτή η γνώση έχει ήδη αρχίσει να διαμορφώνει πιο στοχευμένες θεραπευτικές προσεγγίσεις. Η γνωσιακή-συμπεριφοριστική θεραπεία (CBT), ειδικά με τεχνικές interoceptive exposure, βοηθά τους ασθενείς να εξοικειωθούν με τις σωματικές αισθήσεις που προηγούνται μιας κρίσης. Παράλληλα, ερευνητές εξετάζουν τρόπους για φαρμακολογική στόχευση των PACAP νευρώνων, με σκοπό την πρόληψη των κρίσεων σε βιολογικό επίπεδο.
Η τεχνολογία επίσης παίζει ρόλο: εφαρμογές που εντοπίζουν αυξημένους παλμούς ή μοτίβα αναπνοής μέσω wearables μπορούν να ειδοποιήσουν το άτομο εγκαίρως, προτού εκδηλωθεί η κρίση.
Η ουσία είναι απλή:
Η κρίση πανικού δεν είναι αδυναμία χαρακτήρα. Είναι μια πολύπλοκη, νευροβιολογική απάντηση που μπορεί να κατανοηθεί, να ελεγχθεί και να επουλωθεί. Όσο περισσότερο κατανοούμε τους εγκεφαλικούς μηχανισμούς, τόσο πιο αποτελεσματικά μπορούμε να ανακτήσουμε τον έλεγχο της ζωής μας.